Η Άννα του Κλήδονα
- Λεπτομέρειες
- Γράφτηκε από τον/την Γερακίνη Αλεξάνδρα
Εργασίες για την Άννα του Κλήδονα
Σε μια προσπάθεια να ξεφύγουμε από τις φορμαλιστικές προσεγγίσεις της λογοτεχνίας και να δώσουμε "φωνή" στους μαθητές να εκφράσουν τη δική τους πρόσληψη του κειμένου, οι μαθητές του Β1, Β4 και Β5 ζωγράφισαν, έδωσαν ένα δικό τους , διαφορετικό τέλος στο διήγημα και έγραψαν επιστολές στην ηρωίδα του κειμένου. Ακολουθούν κάποιες από τις εργασίες τους.
Η Άννα του Κλήδονα(Βασίλης Λ.)
Η Άννα ξυπνάει το επόμενο πρωινό και βλέπει το πιάτο με την στάχτη να έχει ψίχουλα και κομμάτια ψωμί. Τότε ευτυχισμένη και χαρούμενη ανακοινώνει φωναχτά, ότι θα παντρευτεί έναν φούρναρη. Τα αγόρια που της έκαναν την φάρσα γελούσαν και την κορόιδευαν και στο τέλος ομολόγησαν ότι το έκαναν αυτοί. Η Άννα τότε εκνευρισμένη και θλιμμένη αρνήθηκε να τους ακούσει περισσότερο.Η φάρσα αυτή των αγοριών δεν επηρέασε αρνητικά την ψυχολογία της κοπέλας. Έτσι μια μέρα έπειτα από έξι χρόνια η Άννα πήγε να αγοράσει ψωμί. Εκεί γνώρισε έναν φούρναρη και τον ερωτεύτηκε. Μετά από έναν χρόνο παντρεύτηκαν και έζησαν ευτυχισμένοι αποκτώντας δύο παιδιά. Έτσι τα ψίχουλα στο πιάτο βγήκαν αληθινά..
Η Άννα του Κλήδονα(Δέσποινα Κ.)
Το άλλο πρωί, οι φωνές της Άννας ξύπνησαν ολόκληρη την γειτονιά. «Φούρναρης θα ?ναι, δείτε έχει ψίχουλα στο ταψί!» φώναζε. Η μητέρα της πίστευε πως, στο τέλος, θα τρελαθεί αφού κάθε μέρα έτρεχε σε όλους τους φούρνους της περιοχής για να συναντήσει το αγόρι που θα παντρευόταν. Πέρασε πολύς καιρός, όμως η πεισματάρα Άννα συνέχιζε την αναζήτησή της. Ένα πρωινό, καθώς πήγαινε να αγοράσει λαχανικά, φρούτα και , φυσικά, ψωμί, ένα νεαρό αγόρι σκόνταψε και έπεσε άθελα του πάνω της. Αυτός με το που την είδε την ερωτεύτηκε και προσπαθούσε να την κερδίσει με κάθε τρόπο. Τελικά, όχι πολύ καιρό μετά, ετοιμάζονταν για τον γάμο τους. Η Άννα δεν παντρεύτηκε φούρναρη, όμως παντρεύτηκε έναν επιτυχημένο καθηγητή.
Η Άννα του Κλήδονα(Σοφία Α.)
Το επόμενο πρωί η Άννα ξύπνησε και γεμάτη αγωνία έτρεξε αμέσως να δει τη απέγινε με το πιάτο της. Στη σκεπή όμως πάνω αντί για το πιάτο της είδε έναν νέο να προσπαθεί να το πάρει. Η Άννα αμέσως του έβαλε τις φωνές και εκείνος τρομαγμένος προσπάθησε να της εξηγήσει. Της είπε πως τα παιδιά εχθές το βράδυ προκειμένου να την κοροϊδέψουν πέταξαν ένα κομμάτι ψωμί στο πιάτο της και πως εκείνος το μόνο που ήθελε παίρνοντάς το ήταν να τη βοηθήσει. Το πρόσωπο της από θυμωμένο έγινε κατευθείαν λυπημένο και άρχισε να κλαίει. Ο νέος θέλοντας να την παρηγορήσει της πρότεινε να πάνε μία βόλτα. Η Άννα δέχτηκε και όπως αποδείχθηκε στο μέλλον η βόλτα αυτή ήταν η αρχή μίας σχέσης που θα κατέληγε σε αυτό που η Άννα πάντα ονειρευόταν. Ο γάμος έγινε ύστερα από λίγο καιρό και αυτή ήταν η πιο ευτυχισμένη μέρα της ζωής της.
Η Άννα του Κλήδονα(Ελένη Π.)
Η Άννα, ένα αφελές και ενθουσιώδες κορίτσι έχει από μικρή σαν όνειρο να παντρευτεί τον άντρα με τον οποίο θα περάσει την υπόλοιπη ζωή της. Το πάθος της για τον γάμο είναι μεγάλο και πολλές φορές υπερβολικό καθώς παραφέρεται παρασυρόμενη από ανούσια και τυπικά έθιμα που αφορούν τον γάμο.
Ένα από τα έθιμα αυτά είναι και ο Κλήδονας. Η Άννα δεν χάνει φυσικά την ευκαιρία να συμμετέχει σ? αυτό. Ακολουθώντας πιστά την παράδοση, η Άννα αφήνει ένα ταψί με λίγη στάχτη στα κεραμίδια του σπιτιού της, περιμένοντας το θεϊκό σημάδι που θα της μαρτυρήσει κάποια πληροφορία για το μελλοντικό σύζυγο της.
Μερικά από τα παιδιά του απέναντι σπιτιού, περνούν το βράδυ τους γελώντας και κάνοντας πλάκες. Μία από αυτές είναι και η ιδέα να ρίξουν τα ψίχουλα από το ψωμί που έτρωγε το ένα παιδί της παρέας στο ταψί της ευκολόπιστης Άννας, περιμένοντας να δουν την αντίδραση της. Όταν έφτασε η ώρα να πάρει η Άννα το ταψί από τα κεραμίδια είχε ξημερώσει. Βλέποντας το περιεχόμενο του ταψιού, η Άννα ενθουσιάστηκε και θεώρησε ότι θα παντρευόταν κάποιο φούρναρη.
Άρχισε να τρέχει στους δρόμους κρατώντας και δείχνοντας το ταψί σε όλη τη γειτονιά. Κανείς δεν βρέθηκε να της αφυπνίσει τη λογική παρά μόνο μια ηλικιωμένη κυρία, η οποία υπήρξε μάρτυρας του «μαγικού» βραδιού. Αυτή, όχι μόνο της εξήγησε το νόημα της παράδοσης και των εθίμων, λέγοντας πως κανένα από αυτά δεν μπορεί να είναι αληθινό αλλά της εξήγησε και το πώς βρέθηκαν τα ψίχουλα στο ταψί της.: «Χτές το βράδυ ανέβηκα στην ταράτσα του σπιτιού μου για να απλώσω τη μπουγάδα. Άκουγα χαχανητά από το απέναντι σπίτι. Ήταν κάτι παιδιά που σαχλαμάριζαν και περνούσαν την ώρα τους κάνοντας ανοησίες. Μία από αυτές ήταν και η ιδέα να ρίξουν μερικά ψίχουλα από το ψωμί που έτρωγαν στο ταψί σου, για να δουν την αντίδραση σου. Να που κι εσύ έπεσες τελικά στην παγίδα τους. Αλήθεια πίστεψες πως τα ψίχουλα ήρθαν με μαγικό τρόπο στο ταψί; Άντε τώρα, πήγαινε στο σπίτι σου κορίτσι μου. Θα σε περιγελούν».
Η Άννα σκέφτηκε σοβαρά τα λόγια της σοφής γριούλας και ντροπιασμένη συνειδητοποίησε πόσο αφελής ήταν όλο αυτόν τον καιρό. Καμία λογική εξήγηση δεν θα μπορούσε στο κάτω-κάτω να βασίζεται σε θεϊκά σημάδια και θαύματα. Άλλο ήταν ούτως ή άλλως το νόημα της παράδοσης και των εθίμων. Από την ντροπή της μάλιστα η Άννα , δεν πήρε ξανά μέρος σε κανένα έθιμο περί γάμου?..Ύστερα από μερικά χρόνια η Άννα παντρεύτηκε με τη βοήθεια άλλων βέβαια , αφού επρόκειτο για προξενιό.
Η Άννα του Κλήδονα(Νικολέττα Δ.)
Στην γιορτή του Αι-Γιαννιού του Κλήδονα, του Ριζικάρη, όπως όλα τα κορίτσια, έτσι και η Άννα μάζεψε καυτή στάχτη, από τις φωτιές που άναψαν στους δρόμους, και αφού την έβαλε σ? ένα στρόγγυλο ταψί , την σταύρωσε, και έφτυσε τρις φορές την άφησε στα κεραμίδια του σπιτιού της, γιατί έτσι, θα της φανέρωνε ο Αϊ- Γιάννης ποίον άντρα θα παντρευόταν!!!!
Την επόμενη μέρα , όταν η Άννα ξύπνησε και είδε ότι στο ,ταψί της υπήρχαν ψίχουλα ψωμιού πίστεψε ότι ο άντρας που θα παντρευόταν θα ήταν φούρναρης και με χαρά βγήκε σε όλη την γειτονιά να το πει .Ήταν τόσο ενθουσιασμένη , που ούτε πέρασε από το μυαλό , της ότι η αλητοπαρέα της γειτονιάς ,της είχαν κάνει μια κακόγουστη πλάκα για να γελάσουν???
Από την λαχτάρά της , για να παντρευτεί , κάθε μέρα ντυνόταν, στολιζόταν, με διάφορα μπιχλιμπίδια και πήγαινε σε όλους τους φούρνους της Καβάλας , για να βρει τον άντρα της ζωής της. Στην γειτονιά όλοι την κορόιδευαν , όμως αυτή , δεν το έβαζε κάτω , γιατί ήταν σημάδι από τον Άγιο ότι θα παντρευόταν φούρναρη!!!!!!
Αυτό γινόταν συνέχεια , κάθε μέρα για έναν ολόκληρο χρόνο. Η Άννα όμως συνέχιζε , γιατί είχε ελπίδα και πίστη στον Αι-Γιάννη. Έτσι μια μέρα , καθώς έμπαινε σε ένα μικρό αρτοποιείο , που ήταν και το μοναδικό που δεν είχε επισκεφτεί , γιατί ήταν καινούργιο στην γειτονιά και ξεχώριζε από τα άλλα , επειδή εκτός από ψωμί έφτιαχνε και υπέροχα γλυκά και κυρίως ΥΠΕΡΟΧΗ ΣΟΚΟΛΟΤΟΠΙΤΑ !!!!!!!!!!!
Όταν η Άννα μπήκε σε αυτό το μαγαζάκι , που θύμιζε καραμελένιο σπιτάκι , είδε πίσω από τον μπάγκο , ένα ψηλό, όμορφο , μελαχρινό παλικάρι να την σερβίρει ένα κομμάτι από την θεσπέσια Σοκολατόπιτα ?. η Άννα τρελάθηκε από την χαρά της, γιατί επιτέλους το όνειρό της βγήκε ΑΛΗΘΙΝΟ!!!!!..... είχε γίνει η πιο καλή πελάτισσα του μαγαζιού και μέσα σε ένα σ΄ένα χρόνο κατάφερε να παντρευτεί τον όμορφο φούρναρη-ζαχαροπλάστη ?.. Από εκείνη την ημέρα η ζωή της είχε γίνει όλο και πιο γλυκιά?...μες στην ζάχαρη!!!! και σε όλους αυτούς που την κορόιδευαν τους κερνούσε την Σοκολατόπιτα ?του άντρά της !!!!!
Η Άννα του Κλήδονα(Χριστίνα Σ.)
Το επόμενο πρωί,όταν η Άννα είδε το ταψί με τις στάχτες,απογοητεύτηκε γιατί δεν υπήρχε κανένα σημάδι.Τη νύχτα,λίγο πριν το ξημέρωμα,ένα από τα αγόρια της παρέας,πήγε κρυφά από όλους να πάρει τα ψίχουλα από το ταψί,σώζοντας έτσι την Άννα από το κακό που θα μπορούσε να πάθει.Το πρωί λοιπόν,καθώς η Άννα κοιτούσε το ταψί και συλλογιζόταν γιατί δεν υπήρχε κανένα σημάδι από τον Άγιο,βλέπει να την πλησιάζει ένα αγόρι,αυτός κάθισε κοντά της και άρχισε να συζητάει μαζί της.Στο τέλος της ημέρας,την οποία πέρασαν μαζί η Άννα και το αγόρι,αυτός της άνοιξε την καρδιά του,και της είπε όλα όσα ένιωθε γι?αυτήν. Μετά από 30 χρόνια, βρίσκουμε την μικρή Άννα και το αγόρι που την αγαπούσε,να χαίρονται τον ευτυχισμένο τους γάμο,και να φροντίζουν τα τρία τους παιδιά.
Η Άννα του Κλήδονα(Γρηγόρης Π.)
Το ξημέρωμα της άλλης μέρας βρήκε την Άννα στην σκεπή. Βρίσκοντας στο σινί της ψίχουλα, της δημιουργήθηκαν ελπίδες ότι θα παντρευτεί φούρναρη και έτρεξε απευθείας στην μάνα της, να της πει τα ευχάριστα νέα. Η μαμά της που δεν είχε την ευπιστία της Άννας και κατάλαβε τι πραγματικά είχε συμβεί, της εξήγησε πως έχουν τα πράγματα και της έδωσε να καταλάβει ότι δεν θα παντρευτεί φούρναρη. Η Άννα στεναχωρήθηκε αλλά κάπου μέσα της δεν έπαυσε να ελπίζει. Τελικά οι ελπίδες της δεν διαψεύσθηκαν καθώς μετά από λίγο καιρό παντρεύτηκε έναν φούρναρη και η φάρσα των παιδιών αποδείχτηκε τελικά προφητική.